«Τα ονόματα του Πατρός » Πατρική λειτουργία

  Η πατρότητα δεν είναι τόσο προφανές φυσικό δεδομένο , θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε λέγοντας πως είναι περισσότερο πολιτισμικό . Η μητρότητα απεναντίας είναι αυταπόδεικτη και στην ιστορία του ανθρωπίνου γένους αλληλένδετη με την ύπαρξη βρέφους , συνυφασμένη με το βίωμα μιας στενής δυαδικής σχέσης ανάμεσα σε εκείνη και το μικρό που βγήκε από στο σώμα της . Η μητρότητα επιβεβαιώνεται από τη λειτουργία των αισθήσεων , ενώ η πατρότητα αποτελεί μια υπόθεση ή μια αβεβαιότητα . Το όνομα του Πατρός λέει ο Lacan , δημιουργεί τη λειτουργία του . Ο Γάλλος ψυχαναλυτής δεν μιλούσε μόνο για τον βιολογικό πατέρα του παιδιού αλλά για τον άνδρα εκείνο που εσωτερικεύεται συμβολικά , φαντασιακά και πραγματικά ως πατρική φιγούρα μέσα από το λόγο και την επιθυμία της μητέρας  για εκείνον εκ του ονόματος του . Ο βιολογικός πατέρας μπορεί να είναι φυσικά παρών ή απών και αυτό να μην επηρεάσει την ψυχοσεξουαλική εξέλιξη του παιδιού . Ο πατέρας που επιτελεί την πατρική λειτουργία είναι εκείνος , ο οποίος διαμεσολαβεί στη σχέση μητέρας – παιδιού και το εισάγει στην κοινωνική ύπαρξη .
Η αναλυτική σκέψη , ορίζει ότι καθείς γίνεται γονιός μέσα από το σύμπτωμα και τη φαντασίωση του . Πολύ πριν έρθει στον κόσμο το μικρό του ανθρώπου , ο ψυχισμός των γονέων φέρει τόσο εγγραφές από τις δικές τους προσωπικές επιθυμίες , ως άτομα αλλά και ένα συνονθύλευμα επιθυμιών και απαγορεύσεων από τις οικογένειες στις οποίες μεγάλωσαν . Οι γονείς εμφορούνται δια-γενεαλογικά από ένα μυθιστόρημα το οποίο θα εναποθέσουν στο μικρό τους . Φορέας αυτού είναι και πατέρας , ο οποίος διαμέσου της πατρικής λειτουργίας , με άρρητο και άφατο τρόπο εισάγει τον πατρικό νόμο της ρύθμισης της επιθυμίας , τον νόμο της αιμομικτικής απαγόρευσης . Ο πατέρας δηλαδή , καλείται να μεταδώσει τον ευνουχισμό στο μικρό του . Ο ευνουχισμός για τον αναλυτικό λόγο , έχει ένα θετικό περιεχόμενο εν αντιθέσει με αυτό που είθισται να συμβολίζει για την πλειοψηφία των ανθρώπων . Ο ευνουχισμός είναι εκείνος ο οποίος θα επιτρέψει στο μικρό να αποχωριστεί από τη μητέρα και να εξανθρωπιστεί. Προκειμένου να καθίσταται αυτό δυνατό θα πρέπει να μιλάμε για ένα πατέρα , ήδη ευνουχισμένο , έναν πατέρα στον οποίο έχει επιτραπεί ο αποχωρισμός και η εξατομίκευση από την οικογένεια προέλευσης του . Έτσι ο πατέρας γίνεται φορέας του νόμου , και όπως επισημαίνει η Dolto , οι γονείς ευνουχίζουν το παιδί , απαγορεύοντας την αιμομιξία , και στη συνέχεια το παιδί ευνουχίζει αυτούς τους ίδιους , καθιστώντας τους γονείς . Σε μια οικογένεια όπου έχει λειτουργήσει ο νόμος , όταν το παιδί αποκαλεί τον άλλον « η μαμά μου » , ο « ο μπαμπάς μου » , « η αδερφή μου » ταυτόχρονα σηματοδοτείται και η απαγόρευση των μεταξύ τους σεξουαλικών σχέσεων . Ο λόγος δηλαδή κυκλοφορεί και μεταδίδει ένα μήνυμα με σκοπό να μυήσει , να διαπαιδαγωγήσει και να επιβληθεί του ενστίκτου . Με την επιβολή του νόμου απαγόρευσης της αιμομιξίας από τον πατέρα , μπορούμε να μιλάμε για την λειτουργική σύσταση μιας οικογένειας .
Το όνομα του πατέρα είναι επίσης συμβολικό , δεν είναι απαραίτητο η μητέρα να συντροφεύεται επί πραγματικού με κάποιον τρίτο έξω από το παιδί της . Ο πατέρας μπορεί να είναι νεκρός , η φυσικά απών για μεγάλα χρονικά διαστήματα παρ’ όλα αυτά να κατέχει μια ενεργό απουσία μέσω της συμβολικής του αποτύπωσης . Υπεύθυνη για αυτό είναι η μητέρα , η οποία οφείλει να επιτρέψει την είσοδο του στη δυαδικότητα και επομένως τον μετασχηματισμό αυτής  σε τριαδικότητα δια της επιθυμίας που τρέφει για εκείνον . Η μητέρα είναι αναγκαίο να μεταφέρει αυτή την επιθυμία , μέσα από το λόγο της και να την ικανοποιεί με κάποιον τρόπο έστω φαντασιωσικά έξω και μακριά από το μικρό της . Κατά συνέπεια εκείνος που θα αποφασίσει να επιτελέσει την πατρική λειτουργία , αν θέλει να κάνει καλά τη δουλειά του , πρέπει να φροντίζει να είναι το αντικείμενο επιθυμίας της μητέρας και να της αναγεννά αυτή την επιθυμία. Ο Lacan τόνισε πως η είσοδος της πατρικής φιγούρας είναι αυτή που εξασφαλίζει την ψυχική γένεση του παιδιού . Ο πατέρας προστατεύει το παιδί από την επιθυμία του για την μητέρα , όσο και το αντίθετο , δηλαδή από έναν εν δυνάμει κίνδυνο από την μητέρα ως επιθυμία και εκεί εμπεριέχεται η αληθινή του λειτουργία . Ο πατέρας παρεισφρέει στην σχέση μητέρας – παιδιού σαν τρίτος, σαν « άλλος » , βιώνεται σαν πιθανό αντικείμενο επιθυμίας της μητέρας και κατά συνέπεια μέσω των συνεχών εναλλαγών παρουσιών , απουσιών της , θα δοκιμάσει την εμπειρία της ματαίωσης και της στέρησης . Η ματαίωση είναι καταλυτική ώστε το παιδί να καταλάβει ότι δεν είναι το κέντρο του σύμπαντος και η μητρική απουσία είναι εκείνη που θα δημιουργήσει την ανάγκη του παιδιού εσωτερικεύσει το μορφοείδωλο της . Διαφορετικά θα ακολουθήσει τη συλλογιστική που λέει « αφού έχω μια καλή μητέρα συνεχώς , φυσικά παρούσα , δεν χρειάζεται να την εσωτερικεύσω » .

 

 

Ο πατέρας είναι τόσο ουσιαστικός , ως τρίτος όρος για την ψυχική ζωή του όντος , που θα μπορούσαμε πιο παραστατικά να πούμε πως το γλυτώνει από τα δόντια του « κροκόδειλου» που λέγεται μητέρα . Το γλυτώνει από το να « καταβροχθιστεί » να εισαχθεί σε μια σχέση ανοριακής απόλαυσης και για τους δύο , μια σχέση συγχώνευσης , συμβίωσης , απόλυτης εξάρτησης η οποία προοδευτικά οδηγεί στην ανάπτυξη σοβαρής ψυχοπαθολογίας .

Η πατρική φιγούρα είναι συνυφασμένη  συνήθως με μια φαντασιακή κατασκευή που ελάχιστα σχετίζεται με το πώς είναι ο πατέρας στην πραγματικότητα . Ο φαντασιακός πατέρας γίνεται αντιληπτός και ενδοβάλεται είτε ως ένας ιδεώδης πατέρας είτε ως το ακριβώς αντίθετο , ως μια απόλυτα κακή γονική φιγούρα . Στην πρώτη μορφή του , ο φαντασιακός πατέρας , έχει την απόλυτη παντοδυναμία του προστάτη και σωτήρα που έχει ανάγκη να βλέπει στα μάτια του γονιού το μικρό παιδί . Με την δεύτερη μορφή του ο πατέρας είναι σε φαντασιακό επίπεδο συγχρόνως εξίσου τρομακτικός όσο επιβάλει ο ρόλος του ως φορέα του νόμου της αιμομικτικής απαγόρευσης . Και στις δύο περιπτώσεις , αυτό που προεξάρχει και αποτυπώνεται στην ψυχική πραγματικότητα του παιδιού είναι η ιδιότητα της παντοδυναμίας , την οποία καλείται ο πατέρας να απαρνηθεί κατά την είσοδο του εφήβου πια στην επαναδιαπραγμάτευση του οιδιπόδειου συμπλέγματος .

Η λειτουργική παρέμβαση του πατέρα δεν εξασφαλίζεται από την παρουσία του προσώπου που φέρεται ή λέγεται να είναι ο βιολογικός πατέρας . Η παρέμβαση του πραγματικού πατέρα , είναι δυνατόν να γίνει αισθητή από το παιδί ακόμα και αν ο πατέρας είναι απών από φυσική άποψη . Βέβαια η φυσική παρουσία του  είναι αυτή που επιτρέπει στο παιδί του να έχει πρόσβαση στην σεξουαλική επιθυμία, και ειδικότερα στο αγόρι, να μιμηθεί και να κατέχει μια αρρενωπή θέση και να αποκτήσει την σεξουαλική του ταυτότητα . Για αυτόν το σκοπό χρειάζεται ο πραγματικός πατέρας να αποδείξει ότι κατέχει το αρχηγικό προνόμιο, δηλαδή το πραγματικό αντρικό γεννητικό όργανο .

Πραγματικός πατέρας επομένως είναι εκείνος , ο οποίος δια του ονόματος του θα επιτελέσει την πατρική λειτουργία και θα διαμεσολαβήσει με διττό τρόπο στην δυαδική σχέση μητέρας – βρέφους . Ο πατέρας διασπά τη μητέρα από το παιδί , και το παιδί από τη μητέρα οριοθετώντας την ναρκισσιστική φαντασιακή σχέση τους , επιφέροντας τον αποχωρισμό , ματαιώνοντας την ασύδοτη απόλαυση τους και σώζοντας εν τέλει το βρέφος από την ψυχική ασθένεια δια της επιθυμίας και όχι δια της στέρησης . Άξιος αγάπης και σεβασμού είναι ο πατέρας εκείνος που θα επιφέρει αυτόν τον χωρισμό , όντας το αντικείμενο επιθυμίας της μητέρας , γι αυτό αν κάτι πρέπει να κάνει πρώτα καλά ένας πατέρας είναι να αγαπά τη γυναίκα που πήρε για γυναίκα του και μάνα των παιδιών τους .

 

 

ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

Share on facebook
Share on Facebook
Share on twitter
Share on Twitter
Share on linkedin
Share on Linkdin
Share on pinterest
Share on Pinterest

ΑΦΗΣΤΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΑΣ