Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεία Εφήβων

  Adolescent είναι ο πρώτος όρος που χρησιμοποιήθηκε για να αποδοθεί η ηλικιακή φάση της εφηβείας και σημαίνει “αυτός που μεγαλώνει” . Η εφηβεία ορίζεται ως η εξελικτική διαδικασία στη ζωή του ανθρώπου η οποία διαδέχεται την παιδική ηλικία , καθορίζεται βιολογικά με την εμφάνιση των εκδηλώσεων της ήβης επί του σώματος και ολοκληρώνεται με την πλήρη ανάπτυξη της ψυχικής οργάνωσης , με την απόκτηση της ταυτότητας του εαυτού και του φύλου , καθώς και του αισθήματος της ανεξαρτησίας , σηματοδοτώντας την ενηλικίωση .

Υπό το ψυχαναλυτικό πρίσμα η εφηβεία αποτελεί την τελευταία καθοριστική ψυχολογική καμπή που οδηγεί στην αποδοχή της ταυτότητας και του ρόλου του ενηλίκου και συμπίπτει με την αποδοχή των κοινωνικών αξιών.

Κατά την διάρκεια αυτής της αναπτυξιακής θύελλας  , παρατηρείτε μια ριζική αναδόμηση της σωματο-ψυχικής διάστασης του νέου ,  ο οποίος βιώνει ριζικές αλλαγές στο σώμα του και αναζητά την  ταυτότητα του  . Αυτές οι αλλαγές βρίσκονται σε αλληλεπίδραση με τις αλλαγές στη θέση και στις σχέσεις του με το οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο . Σε ψυχικό επίπεδο , ο έφηβος καλείται να κινητοποιήσει μια ναρκισσιστική δυναμική , που θα του επιτρέψει να επενδύσει στον εαυτό του πάλι  με διαφορετικό τρόπο , όπως στην παιδική ηλικία , ώστε να αναγνωριστεί και να βιώνεται ως αποδεκτός . Καλείται επίσης να κινητοποιήσει και μια οιδιπόδεια δυναμική ως επιβεβαίωση του φύλου και της ψυχικής δόμησης που είχε επιτευχθεί κατά την διάρκεια της οιδιπόδειας φάσης στην παιδική ηλικία (3-6 ετών ).

Μπροστά στην προοπτική αυτής της εν τω βάθη δομικής αλλαγής , ο έφηβος μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με τις εσωτερικές συγκρούσεις , οι οποίες είναι δείγμα της εσωτερικής του αμφιθυμίας . Κατά την θεραπευτική διαδικασία , ο αναλυτής βοηθά τον έφηβο αναλυόμενο να αναγνωρίσει και να οικειοποιηθεί τον εαυτό του , οργανώνοντας, ενσωματώνοντας και νοηματοδοτώντας τις αισθήσεις και τις αντιλήψεις που πηγάζουν από ακατέργαστες έως τότε σωματο-ψυχικές εκφράσεις . Ο έφηβος δια μέσου της επένδυσης στην θεραπευτική σχέση , λαμβάνει το καθρέφτισμα του εαυτού του , και των σχέσεων του με τα εξωτερικά αντικείμενα , τις εγγραφές της προηγούμενης ψυχικής του πορείας , ώστε να μπορέσει να τα αναιρέσει ή να τα αναδιατάξει σε νέους συνδυασμούς , εναρμονισμένους με την ενεστώσα φάση . Ο αναλυτής , γίνεται ο σύμμαχος του νέου και από κοινού συνυφαίνουν  μια δεύτερη διαδικασία εξατομίκευσης , και αποχωρισμού από τα πρωταρχικά αντικείμενα επένδυσης .

Μπροστά στην προοπτική αυτής της εν τω βάθη δομικής αλλαγής , ο έφηβος μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με τις εσωτερικές συγκρούσεις , οι οποίες είναι δείγμα της εσωτερικής του αμφιθυμίας . Κατά την θεραπευτική διαδικασία , ο αναλυτής βοηθά τον έφηβο αναλυόμενο να αναγνωρίσει και να οικειοποιηθεί τον εαυτό του , οργανώνοντας, ενσωματώνοντας και νοηματοδοτώντας τις αισθήσεις και τις αντιλήψεις που πηγάζουν από ακατέργαστες έως τότε σωματο-ψυχικές εκφράσεις . Ο έφηβος δια μέσου της επένδυσης στην θεραπευτική σχέση , λαμβάνει το καθρέφτισμα του εαυτού του , και των σχέσεων του με τα εξωτερικά αντικείμενα , τις εγγραφές της προηγούμενης ψυχικής του πορείας , ώστε να μπορέσει να τα αναιρέσει ή να τα αναδιατάξει σε νέους συνδυασμούς , εναρμονισμένους με την ενεστώσα φάση . Ο αναλυτής , γίνεται ο σύμμαχος του νέου και από κοινού συνυφαίνουν  μια δεύτερη διαδικασία εξατομίκευσης , και αποχωρισμού από τα πρωταρχικά αντικείμενα επένδυσης .

 Σκοπός και στόχος της θεραπευτικής συνάντησης είναι ο έφηβος να μπορέσει να  εσωτερικεύσει  τα  γονεικά του  μορφοείδωλα  , να τα αποχωριστεί και να πενθήσει για αυτά ώστε εν συνεχεία να προβεί σε νέες ταυτίσεις με προϊόντα μετάθεσης των γονεικών ειδώλων  οδηγώντας στον μεταβολισμό της αμφιθυμίας , στην αποδοχή της σεξουαλικότητας και της στην εσωτερίκευση του νόμου .

Η εφηβική διάβαση , αντιπροσωπεύει μια φάση ολοκλήρωσης εαυτού , υπό την έννοια της απόκτησης πληθώρας δεξιοτήτων και ικανοτήτων ενώ ταυτοχρόνως απαιτεί το πέρασμα από τη φάση της υποχρεωτικής εγκατάλειψης των παιδικών ψευδαισθήσεων παντοδυναμίας για να επιτευχθεί η κατάκτηση της ενήλικης κατακτητικής ορμής . Για να επιβιώσει ψυχικά ο έφηβος , χρειάζεται να συμβιβαστεί με την εξωτερική πραγματικότητα προσγειώνοντας τις προσδοκίες του στο μέτρο του πραγματικού .  Σε αυτό το στάδιο , απεικονίζεται η ανυπέρβλητη σύγκρουση και επιθετικότητα  του εφήβου .  Όπως είπε και ο Winnicott  « το να μεγαλώνεις είναι από τη φύση του επιθετικό » , και εδώ ακριβώς έχουμε τον άνθρωπο που βιώνει και συνειδητοποιεί το μεγάλωμα του .

Η κρίση αυτή της εφηβείας , σχετίζεται άμεσα , πέρα από την καθεαυτή εφηβική συνθήκη , και με τη στάση των γονέων . Οι γονείς , η προσωπικότητα τους , η δομή της οικογένειας , οι δυναμικές ανάμεσα στα μέλη που την απαρτίζουν αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες με άμεσο αντίκτυπο στην εξέλιξη της αναδιαμόρφωσης της ταυτότητας του εφήβου . Η θεραπευτική εργασία επομένως , εμβαθύνει σε εκείνες τις δυσκολίες που εκκινούν από την γονεική συμπεριφορά , διερευνά τις δικές τους ιδιαιτερότητες σε επίπεδο ψυχικής δομής , επισημαίνοντας τις δικές τους καθηλώσεις , τις φιλοδοξίες και φόβους και όλο το ψυχικό υλικό το οποίο είναι απόρροια δικής τους προβληματικής , αλλά ασυνείδητα προβάλλεται πάνω στο παιδί . Η θεραπευτική παρέμβαση , έχει στόχο να βοηθήσει τους γονείς να πάρουν κάποια απόσταση από αυτό που συμβαίνει στο παιδί τους , να διεργαστούν την δική τους εμπλοκή και να διαβάσουν το συχνό αίτημα της εφηβείας για αυτονόμηση και ελευθερία και να επιτρέψουν την επανάσταση υιοθετώντας μια στάση διαλλακτική , η οποία εμπεριέχει και προστατεύει ενώ συνάμα δίνει χώρο στο παιδί να εκδηλώσει και να δεχτεί τα φιλικά και τα εχθρικά συναισθήματα ανάμεσα σε εκείνον και την οικογένεια του . Έτσι , ο έφηβος θα μπορέσει να βρει το δρόμο του , διατηρώντας μια ίση αλλά και γόνιμη απόσταση από το παράδοξο και συγκρουσιακό αίσθημα της ηλικίας του , το οποίο από την μια αποζητά την εξατομίκευση και από την άλλη την συγχώνευση .

Εφόσον η ψυχική πορεία του εφήβου συναντήσει εμπόδια , υπάρχει το ενδεχόμενο να προκύψουν διαταραχές που σχετίζονται τόσο με το φάσμα της κλασικής ψυχοπαθολογίας : αγχώδεις , καταθλιπτικές , οριακές , ψυχωτικές αλλά και με το πεδίο της σωματικής έκφρασης παθολογίας , όπου συναντάμε σωματοποιήσεις , διαταραχές πρόσληψης τροφής ( ανορεξία , βουλιμία , υπερφαγία ) και διαταραχές συμπεριφοράς .

Η ψυχαναλυτική πρακτική μας δείχνει ότι στις φάσεις περάσματος από έναν τύπο οργάνωσης σε έναν άλλο , από έναν τύπο ταυτότητας και σχέσης σε έναν άλλο αν υπάρξουν αντίξοες συνθήκες ενδέχεται να προκύψουν φάσεις κενού ανάμεσα στο πριν και στο μετά . Στην περίπτωση της εφηβείας , όπου παρατηρούμε ένα σύνολο παράδοξων διαδικασιών μεταξύ κυριαρχικού ελέγχου και αγάπης καθώς βρίσκονται σε έξαρση οι ενορμήσεις του θανάτου και της ζωής απαιτείται ιδιαίτερη  έμπνευση από τον αναλυτή , ώστε να δημιουργηθεί ένας συμβιβασμός προς μια και μοναδική ταυτότητα , αρκετά ισχυρή για να διαχειριστεί τις συγκρούσεις και τις μεταμορφώσεις που αναδύονται . Άλλοτε ταυτιστική και άλλοτε αδιέξοδη , η εφηβεία , αγκαλιάζεται από τον αναλυτή , που εισέρχεται ως ερμηνευτής και μάρτυρας στην σκηνή , με τον πιο θερμό τρόπο .